Οποιος πολλα μαθαινει, ξερει ποσο λιγα γνωριζει

Η δύναμη του παραδείγματος είναι εξαιρετικά ισχυρή. Τις περισσότερες φορές διδακτική. Με τη μέθοδο αυτή, ο Νίκος Μάνδαλος, προσπαθεί να σκιαγραφήσει την ιδιαίτερη κατάσταση που επικρατεί στην σύγχρονη ελληνική πραγματικότητα. 


Με ένα Ινδιάνικο παραμύθι, θα σας δώσω πολύ εύκολα να καταλάβετε από τι μαστίζεται η νεοελληνική εποχή που ζούμε, πόσα λίγα πράγματα μας μαθαίνουν και μαθαίνουμε, και πόσα λίγα τελικά γνωρίζουμε.
Πιστεύουμε πως τα μάθαμε όλα και τα γνωρίζουμε όλα. Η πραγματικότητα όμως διαφέρει.  
Για αυτό άλλωστε πάμε κάθε μέρα από το κακό στο χειρότερο. Δεν σας κουράζω άλλο, παρά σας παραθέτω την ιστορία που σας υποσχέθηκα.

Οι 7 τυφλοί και ο ελέφαντας

Στα βάθη της ερήμου υπήρχε μια πόλη, όπου όλοι ήταν τυφλοί. Ένας βασιλιάς με το στρατό του περνούσαν κάπου κοντά στην πόλη και στρατοπέδευσαν. Ο βασιλιάς είχε μαζί του και έναν μεγάλο ελέφαντα, που τον είχε για βαριές δουλειές αλλά και για να φοβίζει τους εχθρούς του στη μάχη. Οι άνθρωποι της πόλης είχαν ακούσει βέβαια κάτι για τους ελέφαντες, αλλά δεν είχαν ποτέ την ευκαιρία να συναντήσουν κάποιον εξ' αυτών. Έτρεξαν λοιπόν έξι νέοι άνδρες να ανακαλύψουν πώς ήταν ο ελέφαντας αυτός. 

Μόλις έφτασε ο πρώτος, άπλωσε το χέρι του, ακούμπησε τα πλευρά του, αισθάνθηκε τη λεία επιφάνειά του, μύρισε τον αέρα και σκέφτηκε: "Είναι, χωρίς αμφιβολία, ζώο, αλλά αυτό το ζώο μοιάζει με τοίχο". Τρέχει λοιπόν να ανακοινώσει την ανακάλυψή του.

Ο δεύτερος, αισθάνθηκε τον αέρα. Ακούμπησε με το χέρι του τον κορμό του ελέφαντα, που μόλις το αντιλήφθηκε, βρυχήθηκε δυνατά. Ο τυφλός σκέφτηκε: «Ο ελέφαντας μοιάζει με φίδι και είναι τόσο τεράστιος, που η αναπνοή του σε ξεκουφαίνει». Τρέχει λοιπόν πίσω να γνωστοποιήσει και αυτός την ανακάλυψή του.

Ο επόμενος πλησίασε τον ελέφαντα, ακούμπησε την απαλή επιφάνεια του χαυλιόδοντα και αισθάνθηκε την αιχμηρή άκρη του. «Φανταστικό», σκέφτηκε, «ο ελέφαντας είναι σκληρός, αιχμηρός σαν ακόντιο και μυρίζει σαν ζώο». Τρέχει λοιπόν στους συμπολίτες του για τα νέα.

Ο τέταρτος, μόλις έφθασε, άπλωσε το χέρι του χαμηλά και ακούμπησε ένα πόδι του ελέφαντα. Το ψηλάφισε, το αγκάλιασε και αισθάνθηκε το σκληρό του δέρμα. Ο ελέφαντας αντέδρασε και μετακίνησε το πόδι του. « Α!» σκέφθηκε «πώς να μη φοβίζει τους εχθρούς στη μάχη; Είναι σαν τεράστιος κορμός δένδρου, κι όμως είναι ευλύγιστος και δυνατός». Τρόμαξε και ευθύς έφυγε να πει τα νέα.

Ο πέμπτος τυφλός ακούμπησε την ουρά του ζώου. «Δεν καταλαβαίνω τι το ιδιαίτερο έχει. Είναι απλώς ένα κομμάτι σχοινί» συλλογίστηκε. Αφήνει την ουρά και επιστρέφει πίσω στην πόλη.

Ο έκτος, που βιαζόταν πολύ να μην είναι ο τελευταίος, μόλις κατέφθασε, αισθάνθηκε τον αέρα που «έκανε» το αυτί του ελέφαντα. Άπλωσε το χέρι του, το ακούμπησε και χαμογέλασε με αυταρέσκεια. «Μοιάζει με ζωντανό ανεμιστήρα». Ικανοποιημένος με αυτήν του την πρώτη εντύπωση γύρισε πίσω.

Τελευταίος ήταν ένας τυφλός γέροντας. Είχε φύγει από την πόλη νωρίς, περπατούσε αργά και έμοιαζε αποφασισμένος να αφιερώσει χρόνο για να μελετήσει προσεκτικά το ζώο. Μόλις έφτασε, περπάτησε γύρω του, ακούμπησε διάφορα μέρη του σώματός του, τον μύρισε, και άκουσε όλους τους θορύβους που έκανε, προσεκτικά. Ψηλάφισε το στόμα του ελέφαντα, τον τάισε χόρτο και χτύπησε απαλά τον κορμό του. Επιστρέφοντας στην πόλη, τη βρίσκει σε μεγάλη αναστάτωση.

Κάθε ένας από τους έξι νεαρούς τυφλούς είχε αποκτήσει οπαδούς, που είχαν ασπασθεί τη δική του εκδοχή, για το τι είναι ο ελέφαντας. Όταν όμως οι άνθρωποι της πόλης ανακάλυψαν ότι υπήρχαν έξι διαφορετικές εκδοχές, άρχισαν να τσακώνονται μεταξύ τους. Ο γέρος, ήσυχα, άκουγε τους διαπληκτισμούς: 
- «Είναι σαν τοίχος!» 
- «Όχι είναι σαν φίδι!»
- «Σαν ακόντιο!» 
- «Περισσότερο μοιάζει με δέντρο!»
- «Σίγουρα είναι σχοινί!» 
- «Όχι!  Είναι ανεμιστήρας!».

Ο γέρος γύρισε την πλάτη του και βάδισε προς το σπίτι του γελώντας, καθώς θυμήθηκε τις δικές του απερισκεψίες, όταν ήταν νέος. Σαν κι αυτούς, άλλοτε, είχε βγάλει λάθος και βιαστικά συμπεράσματα. Γέλασε, ενθυμούμενος ότι, κάποτε, ήταν απρόθυμος να ανακαλύψει από μόνος του την αλήθεια και στηρίχθηκε αποκλειστικά σε αυτά που έλεγαν οι άλλοι.

Περισσότερο όμως, γέλασε όταν συνειδητοποίησε πως τελικά ήταν ο μόνος στην πόλη που δεν ήξερε τι ήταν ο ελέφαντας. 

Αρθρογράφος: Unknown

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου