Πεντε παροιμιες (και απειρα κλισε) για τον Γιαννη...

Η προσωπική «Κλωθώ» του Γιάννη Μπουρούση τον στέλνει (μετά κάποιων εμποδίων) στην ομάδα την οποία είχε συνδεθεί με αρνητικό τρόπο το όνομά του στο παρκέ της «O2 Arena» μια «αποφράδα» για εκείνον ημέρα του 2009. Πλέον, επιστρέφει(όπως όλα δείχνουν) με άλλους όρους και άλλες προϋποθέσεις για να ενισχύσει τη φροντ-λάιν του Παναθηναϊκού. Ρε πως τα φέρνει η μοίρα! Γράφει, ο Κώστας Κουτσαυλής.


Μια γενιά δημοσιογράφων έφτιαξε ένα σωρό κλισεδιές, κληρονομώντας άθελά της μια ανήκεστη «κατάρα» στην αμέσως επόμενη, η οποία προσπαθεί να αποφύγει τη χρησιμοποίηση τους στο γραπτό λόγο «όπως ο διάολος το λιβάνι». Εν μέρει η προσπάθεια που καταβάλλεται από τους «ψάρακες» είναι μεν φιλότιμη, αλλά τις περισσότερες φορές πέφτει στο κενό, όπως στην περίπτωση του Γιάννη Μπουρούση.

Ε, να με συγχωρήσετε και εμένα λοιπόν, αλλά η φημολογούμενη (και μάλλον βέβαιη) σύνδεση του διεθνή σέντερ με τον Παναθηναϊκό, θα με οδηγήσει στον αναπόφευκτο δρόμο της χρησιμοποίησής τους στο κείμενο, διανθισμένες μάλιστα με πέντε πασίγνωστες παροιμίες. Στο τέλος, θα διαπιστώσετε και εσείς πως δεν γίνεται αλλιώς...

«Έσπασε ο διάολος το ποδάρι του»... στη δύση της προηγούμενης δεκαετίας, η οποία κόντεψε να «θάψει» μια και καλή την καριέρα του Γιάννη. Ο σέντερ από την Καρδίτσα, γνωστός για το φλογερό ταμπεραμέντο του και το απαράμιλλο θάρρος της γνώμης του (που πολλές φορές μεταφράστηκε σε απερισκεψία), μπλέχτηκε σε μια δίνη χωρίς τελειωμό, πληρώνοντας μια σειρά από γεγονότα που τον οδήγησαν στην (αναπόφευκτη τότε) αυτοεξορία στην Ιταλία και την Αρμάνι Μιλάνο. Οι «δέκα μέρες» του Βερολίνου, ο πληθωρικός πεθερός του «κύριος Μάκης», η ρήξη με τους αφούς Αγγελόπουλους, το «ταβερνόξυλο» με τον Κρστιτς στο αλησμόνητο «φιλικό» με τους Σέρβους στο τουρνουά Ακρόπολης, τον μετέτρεψαν σε «μαύρο πρόβατο» για τα καθ' ημάς δεδομένα.

«Πικρό το ψωμί της ξενιτιάς»... που έτρωγε ο «ψηλός» στα πρώτα επαγγελματικά βήματά του εκτός Ελλάδος. Η «λουστραρισμένη» Αρμάνι μπορεί να μην τον αποζημίωσε στον τομέα της κατάκτησης τίτλων, όμως τουλάχιστον του προσέφερε την απαραίτητη ηρεμία ώστε να ανακαλύψει ξανά τα δικά του «ενδότερα» και πιο ήρεμος ψυχολογικά να αρχίσει σταδιακά να προσεγγίζει το δικό του μπασκετικό «ταβάνι». Το «ακριβοθώρητο» μα νεόπλουτο Μιλάνο δεν κάλυπτε τις φιλοδοξίες του και το καλοκαίρι του 2013, η Ρεάλ του χτύπησε την πόρτα. Στη Μαδρίτη αν και αρχικά πίστευε πως «έριξε άγκυρα» για τα κατλά, ο Πάμπλο Λάσο είχε διαφορετική γνώμη, στριμώχνοντάς τον στις εσχατιές του ροτέισον. Παρά το γεγονός πως ο Γιάννης είχε ηρεμήσει αρκετά (η αλήθεια είναι), σίγουρα πιστώνει στον τότε προπονητή του τον παραγκωνισμό του (με αρκετή δόση δόλου μάλιστα).

«Καλύτερα πρώτος στο χωριό»... παρά δεύτερος στην πόλη, λέει η παροιμία, η οποία εφαρμόζεται «ταμάμ» στην περίπτωσή του (όπως όλα δείχνουν) παίκτη του Παναθηναϊκού. Ο ίδιος, εξ επαρχίας ορμώμενος μάλιστα, το ήξερε καλύτερα από τον καθένα και έκανε στην άκρη το ρόλο της επιτυχημένης «δευτεράντζας» η οποία είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα Ισπανίας και την Ευρωλίγκα του 2015 (απέναντι στον Ολυμπιακό), έκανε ένα βήμα πίσω για να συμμετάσχει στο νέο και ενδιαφέρον πρότζεκτ του Περάσοβιτς και της Λαμποράλ Κούτσα. Η ίδια η «αντάρτικη» ψυχοσύνθεσή του ενισχύθηκε από το όλο κλίμα στο βασκική Βιτόρια, η διάρθρωση του ρόστερ τον ανέδειξε όλο και περισσότερο και ο ίδιος ο προπονητής του έδειξε να τον πιστεύει απόλυτα από την πρώτη προπόνησή του. Όπως αποδείχθηκε, αυτό το τρίπτυχο έκανε κλικ στον ίδιο τον Γιάννη και τα αποτελέσματα της διετούς παρουσίας του στην ομάδα με τα πράσινα (τυχαίο, δε νομίζω) είναι γνωστά τοις πάσι.

«Ποτέ μη λες ποτέ»... Γιάννη μου, καθώς όπως φαίνεται, «όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος». Η αλήθεια είναι πως από τον 26χρονο Μπουρούση των «δέκα ημερών, κύλησε άπειρο νερό στο δικό του «αυλάκι», μετατρέποντάς τον σε αδιαφιλονίκητο ηγέτη του ζωγραφιστού στα 32 του. Όχι, η προσωπικότητα του Γιάννη δεν αλλοιώθηκε στο ελάχιστο, όμως η ωριμότητά του εντός και εκτός παρκέ, προέρχεται πρωτίστως από την εξαετή θητεία του στα ξένα, εκεί οπού δεν είχε να αντιμετωπίσει τη γκρίνια και τη χλεύη (που ο ίδιος σε πολλές περιπτώσεις δημιούργησε) από τον κόσμο. Έπειτα, έξω έλαβε όλα όσα δεν έλαβε εντός των τειχών. Τον πίστεψαν, τους δικαίωσε και τώρα επιστρέφει (κατά 99%) στον τόπο που τον οδήγησε στην απόφαση να αυτοεξοριστεί και στην ομάδα που του προκαλούσε τα περισσότερα νεύρα.

«Ό,τι σιχαίνεσαι μπροστά σου θα το βρεις»... γιατί η ζωή πολλές φορές γελάει με τις δηλώσεις μας. Κοινό μυστικό ήταν πως ο Μπουρούσης σιχαινόταν να φορά τα «πράσινα». Όμως η ροή των πραγμάτων και τον καταστάσεων μάλλον θα τον κάνουν να τα (ξανά)φορέσει και μάλιστα με ευχαρίστηση. Τουλάχιστον η μοίρα τον έφερε αντιμέτωπο με μια ομαλότερη μετάβαση προς αυτό το χρώμα. Μπουσούλησε μπασκετικά με τα «κίτρινα», έγινε γνωστός με τα «κόκκινα», κέρδισε ό,τι ήθελε με το ουδέτερο άσπρο (Ρεάλ Μαδρίτης), αλλά κακά τα ψέματα, με τα πράσινα (της Λαμποράλ) τον αναδείξαμε ηγέτη.

Πέντε παροιμίες ως μεσότιτλοι και άλλες τόσες «κλισεδιές» εντός τους, για να περιγράψουν μια καριέρα η οποία ακροβάτησε μεταξύ του πάτου της θαλάσσης και της ιονόσφαιρας. Η περίπτωση του Γιάννη Μπουρούση, είναι και φαντάζει ιδανική για τον Παναθηναϊκό του 2017, ο οποίος θα καλωσορίσει έναν Έλληνα, βασικό και με τη... βούλα, ψηλό, μετά από 14 χρόνια και τη θητεία του Λάζου Παπαδόπουλου...

Αρθρογράφος: Kώστας Κουτσαυλής

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου