Τελικα κανουν ή δεν κανουν ολοι αυτοι;

Ο Μπάμπης Λάμπρου γράφει για τους κουμπάρους Ιτούδη και Ομπράντοβιτς, οι οποίοι είναι μετρ στο είδος τους, για τον ηγέτη Κώστα Σλούκα, τον MVP Γιάννη Μπουρούση που δίνει λάθος εντύπωση και τον υποτιμημένο Μίλος Τεόντοσιτς.


Το Φάιναλ Φορ του Βερολίνου είχε πολύπλευρο ενδιαφέρον. Δεν είχε μεν ελληνική ομάδα, ωστόσο είχε Έλληνες εκπροσώπους, δύο καλούς ημιτελικούς και φυσικά τον εκπληκτικό μεγάλο τελικό.

Βεβαίως, δεν είδαμε κάτι που δεν περιμέναμε, δεν υπήρξε κάποια μεγάλη έκπληξη από παίκτη, προπονητή ή ομάδα. Ό,τι έχουμε δει όλα αυτά τα χρόνια, τα ίδια ακριβώς παρακολουθήσαμε και φέτος. Κάτι που, από την άλλη πλευρά, δεν αφαιρεί ούτε ένα… γραμμάριο από τους τόνους θεάματος και του μπάσκετ υψηλότατου ευρωπαϊκού επιπέδου που παίχθηκε στο Βερολίνο.

Οι κουμπάροι

Κάποτε γινόταν λόγος για τους κουμπάρους Ομπράντοβιτς και Ίβκοβιτς. Πλέον, η «κουμπαριά» έχει μεταφερθεί στους πάγκους των «Ζοτς» και Ιτούδη. Δύο σπουδαίοι προπονητές, ο ένας έχοντας διαγράψει την πορεία του εδώ και δύο δεκαετίες, ο άλλος βγαλμένος από ένα μείγμα της καλής ελληνικής σχολής και του «σχολείου» του πάγκου του Παναθηναϊκού, με τον… γνωστό Σέρβο μέντορα. Όσοι προσπαθούν να τους μειώσουν δεν έχουν σχέση με την πραγματικότητα, όπως φυσικά και όσοι υποστηρίζουν ότι αμφότεροι δεν κάνουν ποτέ λάθη.

Είναι άριστοι διαχειριστές ακριβών ρόστερ, κάτι που δεν ταιριάζει σε όλους και δεν είναι όσο εύκολο φαίνεται. Υπάρχουν περιπτώσεις που είναι πολύ πιο δύσκολο να διαχειριστείς 8-10 «πριμαντόνες» από το να έχεις μία ομάδα με 1-2 σταρ και πολλά εργαλεία. Στην ΤΣΣΚΑ και τη Φενέρ δεν ήταν ποτέ εύκολο να γίνουν διακριτοί οι ρόλοι, ωστόσο οι «κουμπάροι», με την ικανότητα και την προσωπικότητά τους, κατάφεραν τα πολλά μεγάλα και ακριβά ονόματα να παίζουν και για εκείνους.

Επαναλαμβάνω δεν είναι καθόλου εύκολο αυτό. Άλλους προπονητές τους βολεύει (π.χ. Ομπράντοβιτς, που ψάχνει τέτοιες ομάδες) και άλλους τους μπερδεύει (π.χ. Ίβκοβιτς, που δεν «ταίριαξε» ποτέ στην Εφές, ενώ πριν έκανε «θαύματα» με τους πιτσιρικάδες και τους Σπανούλη-Πρίντεζη στον Ολυμπιακό).

Ο Σλούκας

Απέδειξε γιατί έπρεπε να είχε μείνει στον Ολυμπιακό. Το είχε αποδείξει και στο περσινό Φάιναλ Φορ, όταν έκανε ηγετικές εμφανίσεις και στον ημιτελικό και στον τελικό (παρά την ήττα από τη Ρεάλ).  Είναι φανερό ότι πέρα από το μπασκετικό IQ, πέρα από την έφεση του στη δημιουργία, πέρα από το καλό ποσοστό επιτυχίας που έχει, όταν καλείται να πάρει σημαντικές αποφάσεις στο ματς, διαθέτει και τεράστια προσωπικότητα. Οι φωνές του στους συμπαίκτες του, στο σημείο που πετυχαίνει ένα καλάθι και φάουλ στον τελικό του Βερολίνου ήταν ουσιαστικά το σημείο από το οποίο η Φενέρ άρχισε να «ροκανίζει» τη διαφορά. Κι έχει τεράστια σημασία αυτό, διότι οι Τούρκοι ήταν καλύτεροι από το ξεκίνημα του δεύτερου μέρους, ωστόσο «κατάφερναν» να μη ρίχνουν τη διαφορά, καθώς δεν είχαν καθαρό μυαλό ή έστω κάποιον να τους καθοδηγήσει στο παρκέ και να δώσει το σύνθημα για περισσότερη ουσία.

Ο Σλούκας είναι τη δεδομένη στιγμή ο καλύτερος έκτος παίκτης στην Ευρώπη, ο άνθρωπος που μπορεί να αλλάξει τον ρυθμό όσο κανένας άλλος και αυτό κάθε άλλο παρά υποτιμητικό είναι για εκείνον. Ο ίδιος έφυγε για να γίνει «πρώτο βιολί», αλλά ίσως δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι ο συγκεκριμένος ρόλος του ταιριάζει περισσότερο και είναι εξίσου αν όχι περισσότερο σημαντικός.

Ο Μπουρούσης

Ο MVP της κανονικής διάρκειας. Όχι «γιατί ακολούθησε ένα διαφορετικό μονοπάτι στα 32 του». Όχι «γιατί έχει βελτιώσει πολύ το παιχνίδι του». Για την ακρίβεια τίποτα από τα δύο δεν συνέβη. Ο Γιάννης Μπουρούσης ήταν, είναι και θα είναι, όσο παίζει, ένας πολύ ταλαντούχος ψηλός, ο οποίος ξέρει να αγωνίζεται με πλάτη και έχει αρκετά καλές κινήσεις και κυρίως πολύ αποτελεσματικό χουκ. Στοιχεία που διαθέτει από τα τέλη της προηγούμενης δεκαετίας, που δεν τα εμφάνισε ξαφνικά. Στοιχεία που είχε φανερώσει σε μεμονωμένα παιχνίδια στον Ολυμπιακό (ο ίδιος είπε στην κάμερα της ΕΡΤ ότι είχε κάνει αντίστοιχη σεζόν με τους «ερυθρόλευκους»), αλλά και στην εθνική ομάδα. Όπως φυσικά και στο «τρελοκομείο» της Αρμάνι Μιλάνο. Ο διεθνής σέντερ ξέρει πολύ μπάσκετ, έχει και καλό σουτ από μακριά, δεδομένου του ύψους του, και ήταν δεδομένο ότι αδικούσε τον εαυτό του με τις επιλογές του.

Η άμυνα του έχει βελτιωθεί, αλλά σε μικρό βαθμό, καθώς ακόμη και στον ημιτελικό έγινε «σημάδι» αρκετές φορές στο πικ εν ρολ, κυρίως με τον Βέσελι, αλλά και στο ποστ. Ωστόσο, δεν μπορεί να παραγνωρίσει κανείς ότι «βλέπει» γήπεδο κάθε φορά που παίρνει την μπάλα χαμηλά, «σπάζοντας» εξαιρετικά την μπάλα είτε έξω είτε βρίσκοντας το κατάλληλο τρέιλερ, ενώ η έφεση του στο σκοράρισμα ήταν γνωστή εκ των προτέρων.

Αυτό που άλλαξε φέτος ήταν ότι βρήκε μία ομάδα που να του ταιριάζει. Έναν προπονητή, που όπως έχει παραδεχθεί και ο ίδιος ο Μπουρούσης, του «έδωσε τα κλειδιά» και τον γέμισε αυτοπεποίθηση. Ένα σύνολο να παίζει για εκείνον. Ακόμη και στο Βερολίνο, μιλούσε συνεχώς στους συμπαίκτες του, τους εξηγούσε τι ήθελε να κάνουν, δείχνοντας πως έχει το απόλυτο κουμάντο στο παρκέ. Άγνωστο αν αυτό το στιλ θα ταιριάξει σε έναν σύλλογο με ακόμη μεγαλύτερο ειδικό βάρος. Στον Ολυμπιακό δεν ταίριαξε απόλυτα, από τη Ρεάλ έφυγε χωρίς να παίζει καν στο τέλος.

Ο Τεόντοσιτς

Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, έχουμε την τάση είτε να αποθεώνουμε χρησιμοποιώντας υπερβολές, είτε να ισοπεδώνουμε. Ο Μίλος Τεόντοσιτς ενέπιπτε στη δεύτερη κατηγορία, πολύ αδίκως. Όπως αποδείχθηκε και στον τελικό, το ψυχολογικό πρόβλημα της ΤΣΣΚΑ είναι συνολικό και όχι ενός παίκτη. Ο Νάντο Ντε Κολό, ο MVP της διοργάνωσης, όσο και του Φάιναλ Φορ, παρά το γεγονός ότι ερχόταν από έναν φανταστικό ημιτελικό, παρά το ότι ήταν εξαιρετικός στο πρώτο ημίχρονο, στα τελευταία λεπτά της κανονικής διάρκειας έκανε το ένας λάθος μετά το άλλο. Ο Σέρβος πλέι μέικερ έκανε κι εκείνος αρκετά λάθη στο φινάλε του 40λεπτου, ωστόσο ήταν ο πιο σταθερός σε ό,τι αφορά τον έλεγχο του αγώνα. Άλλωστε και με την Εθνική του έχει κάνει ορισμένα πολύ μεγάλα ματς και την οδηγεί σχεδόν κάθε χρόνο σε διακρίσεις, οπότε όλη αυτή η εντύπωση του loser Τεόντοσιτς έχει μερικά ψήγματα αλήθειας, αλλά πολύ μεγαλύτερη ποσότητα ψέματος.

Ο έμπειρος γκαρντ πήρε αυτό που τόσο πολύ κυνηγούσε μετά μανίας, ακόμη και μετά από τις συνεχόμενες αποτυχίες και τελικά δικαιώθηκε για την επιμονή του. Ας του αναγνωρίσουμε όλοι τουλάχιστον αυτό.

Αρθρογράφος: Unknown

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου