Κάθε πόλη, κάθε χωριό, κάθε συνοικία της Ελλάδας έχει τον δικό της άγιο-προστάτη. Η δική μου, έχει δύο, γυναίκες μάλιστα. Η πρώτη είναι «τέκνο» της θρησκείας και χρισμένη προστάτιδα (Παρασκευή), ενώ η δεύτερη αν και έζησε σαν θνητή, αγαπήθηκε σαν μύθος (Σωτηρία). Γράφει, ο Κώστας Κουτσαυλής.
«Αγωνία για ηλεκτροσόκ, νεκροζώντανοι στο κύτταρο, σκηνές ροκ. Φωτογραφία με την Μπέλλου...»
Η πόλη που μεγάλωσα, θεωρείται από πολλούς όμορφη και γραφική. Είναι για αρκετούς ένα «καταφύγιο». Εκεί οπού μπορεί να αγναντέψουν τη θάλασσα, περπατώντας στην παραλία, χαλαρώνοντας με θέα το κάστρο του Καράμπαμπα, τρώγοντας τα φημισμένα ψάρια, κοιτώντας με το στόμα ανοιχτό τα νερά του Ευρίπου να τρελαίνονται που αλλάζουν φορά όποτε γουστάρουν.
Για τους ντόπιους όμως, αυτή η πόλη αν και δυσλειτουργική, καθότι συμπεριφέρεται ως Αθήνα, (ενώ είναι στην πραγματικότητα μια «κουτσουλιά» λίγα χιλιόμετρα βορειοανατολικά της), κρατάει ακόμα κάποια πράγματα τα οποία της έδωσαν μια ταυτότητα η οποία, εκεί που λες πως κινδυνεύει να αλλοιωθεί και να χαθεί εντελώς, ξεπηδά στον καθέναν μας σαν «ηλεκτροσόκ». Χωρίς να το θέλουν μάλιστα.
Ο Χαλκιδαίος, αν τον ρωτήσεις για την πόλη του, είναι ικανός να σου καταρρίψει πολλούς από τους μύθους που μπορεί να είχες χτίσει εσύ σαν επισκέπτης. Δεν είναι σωβινιστής, ούτε κολλημένος. Ίσα ίσα που πολλές φορές κοιτάει να ξεφύγει το γρηγορότερο από την «τρέλα» της γενέτειράς του. Αν τον ρωτήσεις όμως για ποιο πράγμα μπορεί να αισθάνεται περήφανος, εκείνος χωρίς δεύτερη σκέψη θα σου αναφέρει τον Μπαρμπα - Γιάννη (Σκαρίμπα) και τη Σωτηρία (Μπέλλου).
Η ζωή και τα πεπραγμένα της Μπέλλου, έδωσαν και δίνουν ακόμα στους κατοίκους της πόλης, τη δυνατότητα να αισθάνονται περήφανοι ως... εκκεντρικοί. Διαφορετικοί από τους υπόλοιπους. Η Σωτηρία, η μάλλον «ο Σωτήρης», όπως τον ανέφεραν χαϊδευτικά οι παλαιότεροι, έδειξε στον έξω κόσμο, τη διαφορετική, τη μποέμ φύση μιας περιοχής, που όσοι μεγαλώνουν στην αγκαλιά της, είναι δέσμιοι των καπρίτσιων των νερών της.
Γι' αυτό το λόγο, όλοι όσοι κατέχουμε τον τίτλο της «νέας γενιάς», έχουμε κατά κάποιον τρόπο συνδεθεί με την ιστορία και τον μύθο της. Η σύνδεση και οι δεσμοί των σημερινών 20άρηδων με τη Μπέλλου, είναι άρρηκτοι, ακόμα και αν δεν τη ζήσαμε όπως οι γονείς ή οι παππούδες μας. Ωστόσο αυτοί, δεν δίστασαν να μας μεταφέρουν ιστορίες για εκείνη, η ιστορίες με εκείνη. Δεν είναι δα και δύσκολο, αν σκεφθείτε πως αρκετοί από τους ηλικιωμένους της πόλης, έχουν μια φωτογραφία της, δίπλα στα μέλη της οικογένειάς τους.
Η Σωτηρία ξεκίνησε από την τρελή αυτή πόλη, πριν ανοίξει τα «φτερά» της για την Αθήνα, σε μια εποχή που η επιτυχία δεν ερχόταν με την ευκολία του σήμερα. Πόσο μάλλον, όταν αναφερόμαστε σε μια προσωπικότητα η οποία προσπάθησε με κάθε της δύναμη να ξεφύγει από τα κοινωνικά και τα ηθικά «πρέπει» της γενιάς της. Ο πατέρας της την πάντρεψε νωρίς και εκείνη μην αντέχοντας τέτοιο φορτίο, απάντησε ρίχνοντας βιτριόλι στο πρόσωπο του άντρα της. Αργότερα, όταν πλέον έγινε όνομα στις Αθηναϊκές πίστες, τραγουδώντας πλάι στον Τσιτσάνη, δεν δίστασε να τα βάλει με τους μάγκες της εποχής.
Ήταν κακιά; Ήταν «δολοφόνος»; Ήταν μικρόψυχη;... Με μια πρώτη ανάγνωση της ζωής της, μπορεί κάποιος να γεννήσει στο μυαλό του αυτές τις απορίες. Ρωτώντας όμως όσους την έζησαν, οι απαντήσεις που δίνονται αρκούν για να δικαιολογήσουν και να καλύψουν όσα σήμερα μας φαίνονται βίαια και αποτρόπαια. Η Σωτηρία, ήταν «ψυχούλα» και αρκετά ευαίσθητη. Όμως οι καταστάσεις δεν την άφησαν να ζήσει όπως εκείνη ήθελε, με αποτέλεσμα να τα κάνει όλα τούμπα και να μην σκεφτεί τίποτα. Είπαμε, στη Χαλκίδα μεγάλωσε!
Μάλιστα, αν και ρεμπέτισσα, τόλμησε πράγματα τα οποία λίγοι μπόρεσαν να σκεφτούν και να πραγματοποιήσουν. Και τα προσάρμοσε τέλεια στην μέγιστη προσωπικότητά της. «Διονύση, με έβαλες να τραγουδήσω και ποπ στα γεράματα», έλεγε στον Σαββόπουλο γελώντας. Το αποτέλεσμα όμως αυτής της συνεργασίας γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού. Μονάχα επειδή μπόρεσε να το υποστηρίξει η Σωτηρία.
Αυτή η μποέμ, η εκκεντρική προσωπικότητα, είχε ένα τέλος που δεν της άξιζε. Πέθανε βαριά άρρωστη τον Αύγουστο του 1997 στο Νοσοκομείο Σωτηρία, έχοντας χάσει τη φωνή της. Το κυριότερο όμως είναι οτι πέθανε μόνη της, χωρίς σχεδόν κανέναν δίπλα της. Ίσως όμως αυτό το τέλος να ταίριαζε γάντι στο όλο «σκηνικό» της ζωής της. Μεγάλωσε μόνη, τα κατάφερε μόνη, πέθανε μόνη...
Η κληρονομιά της όμως, πέραν από τις αξιοθαύμαστες ερμηνείες της, σε κλασικές ρεμπέτικες και λαϊκες επιτυχίες, είχαν αντίκτυπο και στην γενέτειρά της. Είκοσι σχεδόν χρόνια μετά το φευγιό της, οι Χαλκιδαίοι «κρατούν κρυμμένα μυστικά και ντοκουμέντα», προσπαθώντας να βάλουν στη ζωή τους όσες περισσότερες «σκηνές ροκ», είτε έχουν παραμείνει σε μια πόλη που όπως είπαμε, στερείται ταυτότητας, είτε την έχουν κάνει «με αεροπλάνα και βαπόρια» για αλλού...
Το μόνο σίγουρο πάντως είναι, πως αν η φωνή της Μπέλλου, δημιουργεί συγκίνηση και ανατριχίλα σε όλη την Ελλάδα, στους κατοίκους και τους καταγόμενους από εκείνη τη γωνιά του Ευρίπου, θυμίζει το... DNA τους. Τρελοί, φωνακλάδες, κυκλοθυμικοί αλλά ελεύθεροι. Γι' αυτό το λόγο, ο «Σωτήρης» είναι για εμάς ο «άγιος» των θνητών. Ο «άγιος» μιας πόλης που νιώθει εντελώς διαφορετικά από όσα δείχνει.
«Τα σπίτια είναι χαμηλά, σαν έρημοι στρατώνες, τα καλοκαίρια μας πικρά, κι ατέλειωτοι οι χειμώνες»
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου